小说 έννοια και προφορά

小说
Απλοποιημένη λέξη
小說
Παραδοσιακή λέξη

小说 ελληνικός ορισμός

xiǎo shuō

  • μυθιστόρημα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (xiǎo): μικρό
  • (shuō): λένε

Παραδείγματα ποινών με 小说

  • 他的小说受到了读者们的欢迎。
    Tā de xiǎoshuō shòudàole dúzhěmen de huānyíng.
  • 他在写一本小说,还没写完。
    Tā zài xiě yī běn xiǎoshuō, hái méi xiě wán.
  • 我正在阅读这本小说。
    Wǒ zhèngzài yuèdú zhè běn xiǎoshuō.
  • 这本小说值得读一读。
    Zhè běn xiǎoshuō zhídé dú yī dú.
  • 这位作家的小说你读过吗?
    Zhè wèi zuòjiā de xiǎoshuō nǐ dúguò ma?