岛屿 έννοια και προφορά

岛屿
Απλοποιημένη λέξη
島嶼
Παραδοσιακή λέξη

岛屿 ελληνικός ορισμός

dǎo yǔ

  • νησιά

HSK level


Χαρακτήρες

  • (dǎo): νησί
  • 屿 (yǔ): γιου