帐篷
                
                
                
                Απλοποιημένη λέξη
                
                
            
                        帳篷
                    
                    
                        Παραδοσιακή λέξη
                    
                帐篷 ελληνικός ορισμός
        
            zhàng peng
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - σκηνή
zhàng peng
- σκηνή
