彩票 έννοια και προφορά

彩票
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

彩票 ελληνικός ορισμός

cǎi piào

  • λαχείο

HSK level


Χαρακτήρες

  • (cǎi): χρώμα
  • (piào): εισιτήριο