往返 έννοια και προφορά

往返
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

往返 ελληνικός ορισμός

wǎng fǎn

  • ταξίδι μετ επιστροφής

HSK level


Χαρακτήρες

  • (wǎng): προς το
  • (fǎn): επιστροφη