志愿者 έννοια και προφορά

志愿者
Απλοποιημένη λέξη
志願者
Παραδοσιακή λέξη

志愿者 ελληνικός ορισμός

zhì yuàn zhě

  • εθελοντής

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhì): ζι
  • (yuàn): πρόθυμος
  • (zhě): με