愚蠢 έννοια και προφορά

愚蠢
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

愚蠢 ελληνικός ορισμός

yú chǔn

  • ανόητος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (yú): χαζος
  • (chǔn): χαζος