折磨 έννοια και προφορά

折磨
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

折磨 ελληνικός ορισμός

zhé mó

  • βασανίστηκε

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhé): πτυχή
  • (mó): μύλος