指甲 έννοια και προφορά

指甲
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

指甲 ελληνικός ορισμός

zhǐ jia

  • καρφιά

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhǐ): που σημαίνει
  • (jiǎ): ενα