损坏 έννοια και προφορά

损坏
Απλοποιημένη λέξη
損壞
Παραδοσιακή λέξη

损坏 ελληνικός ορισμός

sǔn huài

  • βλάβη

HSK level


Χαρακτήρες

  • (sǔn): βλάβη
  • (huài): κακό