掰
掰 ελληνικός ορισμός
bāi
- αντίο
bāi
- αντίο
Επίπεδα HSK
Λέξεις που περιέχουν 掰, ανά επίπεδο HSK
-
Λίστα λεξιλογίων HSK 6
-
掰 (bāi): αντίο
-