收益 έννοια και προφορά

收益
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

收益 ελληνικός ορισμός

shōu yì

  • εισόδημα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shōu): λαμβάνω
  • (yì): ευεργετικός