放松 έννοια και προφορά

放松
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

放松 ελληνικός ορισμός

fàng sōng

  • χαλαρώστε

HSK level


Χαρακτήρες

  • (fàng): βάζω
  • (sōng): χαλαρά

Παραδείγματα ποινών με 放松

  • 考试结束了,我们需要放松一下。
    Kǎoshì jiéshùle, wǒmen xūyào fàngsōng yīxià.