服务员 έννοια και προφορά

服务员
Απλοποιημένη λέξη
服務員
Παραδοσιακή λέξη

服务员 ελληνικός ορισμός

fú wù yuán

  • σερβιτόρος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (fú): ρούχα
  • (wù): υπηρεσία
  • (yuán): μέλος

Παραδείγματα ποινών με 服务员

  • 穿红衣服的是服务员。
    Chuān hóng yīfú de shì fúwùyuán.
  • 我在饭馆做服务员。
    Wǒ zài fànguǎn zuò fúwùyuán.
  • 服务员,请帮我拿一下菜单。
    Fúwùyuán, qǐng bāng wǒ ná yīxià càidān.
  • 服务员,我要一碗面条。
    Fúwùyuán, wǒ yào yī wǎn miàntiáo.
  • 服务员热情地为顾客服务。
    Fúwùyuán rèqíng dì wéi gùkè fù wù.