机动 έννοια και προφορά

机动
Απλοποιημένη λέξη
機動
Παραδοσιακή λέξη

机动 ελληνικός ορισμός

jī dòng

  • ελιγμός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (jī): μηχανή
  • (dòng): κίνηση