材料 έννοια και προφορά

材料
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

材料 ελληνικός ορισμός

cái liào

  • υλικό

HSK level


Χαρακτήρες

  • (cái): υλικό
  • (liào): υλικό

Παραδείγματα ποινών με 材料

  • 报名需要什么材料?
    Bàomíng xūyào shénme cáiliào?
  • 这些材料已经打印完了。
    Zhèxiē cáiliào yǐjīng dǎyìn wánliǎo.
  • 这份材料,请再复印两份。
    Zhè fèn cáiliào, qǐng zài fùyìn liǎng fèn.
  • 我已经把材料交给经理了。
    Wǒ yǐjīng bǎ cáiliào jiāo gěi jīnglǐle.
  • 这两种材料有什么区别吗?
    Zhè liǎng zhǒng cáiliào yǒu shé me qūbié ma?