果断 έννοια και προφορά

果断
Απλοποιημένη λέξη
果斷
Παραδοσιακή λέξη

果断 ελληνικός ορισμός

guǒ duàn

  • αποφασιστικός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (guǒ): καρπός
  • (duàn): διακοπή