歪曲 έννοια και προφορά

歪曲
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

歪曲 ελληνικός ορισμός

wāi qū

  • διαστροφέας

HSK level


Χαρακτήρες

  • (wāi): ανέντιμος
  • (qū): τραγούδι