毫米 έννοια και προφορά

毫米
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

毫米 ελληνικός ορισμός

háo mǐ

  • μαμ

HSK level


Χαρακτήρες

  • (háo): λίγα
  • (mǐ): μετρητής