灵魂
                
                
                
                Απλοποιημένη λέξη
                
                
            
                        靈魂
                    
                    
                        Παραδοσιακή λέξη
                    
                灵魂 ελληνικός ορισμός
        
            líng hún
            
                
                    
                
                
            
            
                
            
        
        
            
                
                - ψυχή
líng hún
- ψυχή
