灵魂 έννοια και προφορά

灵魂
Απλοποιημένη λέξη
靈魂
Παραδοσιακή λέξη

灵魂 ελληνικός ορισμός

líng hún

  • ψυχή

HSK level


Χαρακτήρες

  • (líng): πνεύμα
  • (hún): ψυχή