热情 έννοια και προφορά

热情
Απλοποιημένη λέξη
熱情
Παραδοσιακή λέξη

热情 ελληνικός ορισμός

rè qíng

  • ενθουσιασμός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (rè): θερμότητα
  • (qíng): κατάσταση

Παραδείγματα ποινών με 热情

  • 我们热情地欢迎客人。
    Wǒmen rèqíng de huānyíng kèrén.
  • 服务员热情地为顾客服务。
    Fúwùyuán rèqíng dì wéi gùkè fù wù.