特别 έννοια και προφορά

特别
Απλοποιημένη λέξη
特別
Παραδοσιακή λέξη

特别 ελληνικός ορισμός

tè bié

  • ειδικά

HSK level


Χαρακτήρες

  • (tè): ειδικός
  • (bié): μην

Παραδείγματα ποινών με 特别

  • 爸爸的身体特别健康。
    Bàba de shēntǐ tèbié jiànkāng.
  • 我特别想跟你一起去。
    Wǒ tèbié xiǎng gēn nǐ yīqǐ qù.
  • 这个菜的做法很特别。
    Zhège cài de zuòfǎ hěn tèbié.
  • 我特别喜欢到动物园去看大熊猫。
    Wǒ tèbié xǐhuān dào dòngwùyuán qù kàn dà xióngmāo.