狡猾 έννοια και προφορά

狡猾
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

狡猾 ελληνικός ορισμός

jiǎo huá

  • πονηριά

HSK level


Χαρακτήρες

  • (jiǎo): πονηριά
  • (huá): πονηρός