瓦解 έννοια και προφορά

瓦解
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

瓦解 ελληνικός ορισμός

wǎ jiě

  • κατάρρευση

HSK level


Χαρακτήρες

  • (wǎ): βάτ
  • (jiě): λύση