疏忽 έννοια και προφορά

疏忽
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

疏忽 ελληνικός ορισμός

shū hu

  • αμέλεια

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shū): αραιός
  • (hū): ξαφνικά