看法 έννοια και προφορά

看法
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

看法 ελληνικός ορισμός

kàn fǎ

  • θέα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (kàn): κοίτα
  • (fǎ): νόμος

Παραδείγματα ποινών με 看法

  • 他一直坚持自己的看法。
    Tā yīzhí jiānchí zìjǐ de kànfǎ.
  • 请说说您对这件事儿的看法吧。
    Qǐng shuō shuō nín duì zhè jiàn shì er de kànfǎ ba.