眼神 έννοια και προφορά

眼神
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

眼神 ελληνικός ορισμός

yǎn shén

  • κοίτα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (yǎn): μάτι
  • (shén): θεός