神秘 έννοια και προφορά

神秘
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

神秘 ελληνικός ορισμός

shén mì

  • μυστηριώδης

HSK level


Χαρακτήρες

  • (shén): θεός
  • (mì): μυστικό