科学
科學
科学 ελληνικός ορισμός
kē xué
- επιστήμη
kē xué
- επιστήμη
HSK level
Χαρακτήρες
Παραδείγματα ποινών με 科学
-
他在学校里学习了很多科学知识。
Tā zài xuéxiào lǐ xuéxíle hěnduō kēxué zhīshì.