空前绝后
Απλοποιημένη λέξη
空前絕後
Παραδοσιακή λέξη
空前绝后 ελληνικός ορισμός
kōng qián jué hòu
- πρωτοφανής
kōng qián jué hòu
- πρωτοφανής