笑话 έννοια και προφορά

笑话
Απλοποιημένη λέξη
笑話
Παραδοσιακή λέξη

笑话 ελληνικός ορισμός

xiào huà

  • αστείο

HSK level


Χαρακτήρες

  • (xiào): γέλιο
  • (huà): λόγια

Παραδείγματα ποινών με 笑话

  • 你讲的笑话真有意思。
    Nǐ jiǎng de xiàohuà zhēn yǒuyìsi.
  • 请不要笑话别人。
    Qǐng bùyào xiàohuà biérén.