等(助词)
等(助詞)
等(助词) ελληνικός ορισμός
děng
- κ.λπ. (σωματίδιο)
děng
- κ.λπ. (σωματίδιο)
HSK level
Χαρακτήρες
- 等 (děng): περίμενε