糟蹋 έννοια και προφορά

糟蹋
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

糟蹋 ελληνικός ορισμός

zāo tà

  • λεία

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zāo): κακό
  • (tà): ανέβα