纯粹 έννοια και προφορά

纯粹
Απλοποιημένη λέξη
純粹
Παραδοσιακή λέξη

纯粹 ελληνικός ορισμός

chún cuì

  • καθαρώς

HSK level


Χαρακτήρες

  • (chún): καθαρος
  • (cuì): καθαρος