继承 έννοια και προφορά

继承
Απλοποιημένη λέξη
繼承
Παραδοσιακή λέξη

继承 ελληνικός ορισμός

jì chéng

  • κληρονομώ

HSK level


Χαρακτήρες

  • (jì): επομενο
  • (chéng): κληρονομώ