编织 έννοια και προφορά

编织
Απλοποιημένη λέξη
編織
Παραδοσιακή λέξη

编织 ελληνικός ορισμός

biān zhī

  • υφανση

HSK level


Χαρακτήρες

  • (biān): επεξεργασία
  • (zhī): υφανση