聪明 έννοια και προφορά

聪明
Απλοποιημένη λέξη
聰明
Παραδοσιακή λέξη

聪明 ελληνικός ορισμός

cōng ming

  • έξυπνος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (cōng): σατόσι
  • (míng): λαμπρός

Παραδείγματα ποινών με 聪明

  • 弟弟不但很聪明,而且很爱学习。
    Dìdì bùdàn hěn cōngmíng, érqiě hěn ài xuéxí.
  • 她很聪明,并且很努力。
    Tā hěn cōngmíng, bìngqiě hěn nǔlì.