脂肪 έννοια και προφορά

脂肪
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

脂肪 ελληνικός ορισμός

zhī fáng

  • λίπος

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhī): λίπος
  • (fáng): λίπος