腰 έννοια και προφορά

Απλοποιημένος / παραδοσιακός χαρακτήρας

腰 ελληνικός ορισμός

yāo

  • μέση

Επίπεδα HSK


Χαρακτήρες με την ίδια προφορά

  • : to shout; to bawl; to yell (to urge on an animal); to hawk (one's wares);
  • : grasshopper chirp; mosquito buzz;
  • : tender; gentle; to die prematurely;
  • : goblin; witch; devil; bewitching; enchanting; monster; phantom; demon;
  • : youngest; most junior; tiny; one (unambiguous spoken form when spelling out numbers, esp. on telephone or in military); one or ace on dice or dominoes; variant of 吆[yao1], to shout;
  • : evil spirit; goblin; witchcraft; variant of 妖[yao1]; common erroneous variant of 祆[Xian1] Ormazda;
  • : Polygala japonica; lush (grass);
  • : καλώ

Λέξεις που περιέχουν 腰, ανά επίπεδο HSK