花(动词) έννοια και προφορά

花(动词)
Απλοποιημένη λέξη
花(動詞)
Παραδοσιακή λέξη

花(动词) ελληνικός ορισμός

huā

  • λουλούδι (ρήμα)

HSK level


Χαρακτήρες

  • (huā): λουλούδι