行人 έννοια και προφορά

行人
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

行人 ελληνικός ορισμός

xíng rén

  • πεζός

HSK level


Χαρακτήρες

  • (xíng): σειρά
  • (rén): ανθρωποι