责任 έννοια και προφορά

责任
Απλοποιημένη λέξη
責任
Παραδοσιακή λέξη

责任 ελληνικός ορισμός

zé rèn

  • ευθύνη

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zé): ευθύνη
  • (rèn): ρεν

Παραδείγματα ποινών με 责任

  • 这件事情,我们大家都有责任。
    Zhè jiàn shìqíng, wǒmen dàjiā dōu yǒu zérèn.