超级 έννοια και προφορά

超级
Απλοποιημένη λέξη
超級
Παραδοσιακή λέξη

超级 ελληνικός ορισμός

chāo jí

  • σούπερ

HSK level


Χαρακτήρες

  • (chāo): υπερ
  • (jí): επίπεδο