跟踪 έννοια και προφορά

跟踪
Απλοποιημένη λέξη
跟蹤
Παραδοσιακή λέξη

跟踪 ελληνικός ορισμός

gēn zōng

  • πίστα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gēn): με
  • (zōng): ίχνος