践踏 έννοια και προφορά

践踏
Απλοποιημένη λέξη
踐踏
Παραδοσιακή λέξη

践踏 ελληνικός ορισμός

jiàn tà

  • τσαλαπατώ

HSK level


Χαρακτήρες

  • (jiàn): πρακτική
  • (tà): πάτημα