遍布 έννοια και προφορά

遍布
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

遍布 ελληνικός ορισμός

biàn bù

  • παντού

HSK level


Χαρακτήρες

  • (biàn): παντού
  • (bù): πανί