重复 έννοια και προφορά

重复
Απλοποιημένη λέξη
重複
Παραδοσιακή λέξη

重复 ελληνικός ορισμός

chóng fù

  • επαναλαμβάνω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhòng): βάρος
  • (fù): συγκρότημα