重点 έννοια και προφορά

重点
Απλοποιημένη λέξη
重點
Παραδοσιακή λέξη

重点 ελληνικός ορισμός

zhòng diǎn

  • συγκεντρώνω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (zhòng): βάρος
  • (diǎn): σημείο

Παραδείγματα ποινών με 重点

  • 他刚才说的才是问题的重点。
    Tā gāngcái shuō de cái shì wèntí de zhòngdiǎn.