随身 έννοια και προφορά

随身
Απλοποιημένη λέξη
隨身
Παραδοσιακή λέξη

随身 ελληνικός ορισμός

suí shēn

  • μεταφέρω

HSK level


Χαρακτήρες

  • (suí): ακολουθηστε
  • (shēn): σώμα