隔壁 έννοια και προφορά

隔壁
Απλοποιημένη / παραδοσιακή λέξη

隔壁 ελληνικός ορισμός

gé bì

  • διπλανή πόρτα

HSK level


Χαρακτήρες

  • (gé): ξεχωριστός
  • (bì): τείχος